Βασιλικός Πολτός: Ιστορική αναδρομή- Προέλευση- Σύσταση
Ιστορική αναδρομή
Ο πρώτος που μίλησε για τον βασιλικό πολτό στο βιβλίο του «Biblia Naturae» ήταν ο Ολλανδός επιστήμονας J. Swammerdam (1637-1680), ο οποίος μάλιστα περιέγραψε και τη γεύση του. Στη συνέχεια αναφέρθηκε ο Γάλλος φυσικός Reaumur (1683-1757) σε κείμενά του στο βιβλίο του «Ιστορία των εντόμων», περιγράφοντας και εκείνος τη γεύση αυτής της σπάνιας ουσίας. Το 1788 ο Ελβετός φυσιογνώστης F. Huber (1750-1831) «βάφτισε» με το όνομα «βασιλική ζελατίνη» «την υπόλευκη και πηχτή ουσία με την οποία τρέφονται οι μέλισσες βασίλισσες». Ήταν ο πρώτος που έκανε λόγο για την ονομασία «βασιλικός πολτός».
Έναν αιώνα αργότερα ο Perez ανακάλυψε ότι με αυτή την ουσία τρέφονταν οι προνύμφες μέλισσες τις 3 πρώτες μέρες της ζωής τους, ενώ την κατανάλωναν όσες προορίζονταν να γίνουν βασίλισσες. Το 1912 ο Γερμανός μελετητής J. Langez απέδωσε την προέλευση της ουσίας αυτής στους υποφαρυγγικούς αδένες των μελισσών-τροφών.
"Δεν είναι φάρμακον αλλά κάτι καλλίτερον. Είναι μία ανυπολογίστου αξίας τροφή, η οποία ενδείκνυται δια κάθε κουρασμένον ή προώρως γηρασμένον οργανισμόν. Ευθύς αμέσως από τας πρώτας ημέρας της χρήσεως, φέρει έν αίσθημα ευεξίας προερχόμενον από σημαντικήν τόνωσιν του νευρικού συστήματος. Την αδυναμίαν διαδέχεται μία νεανική έφεσις προς δράσιν, τας μαύρας σκέψεις, η φυσική χαρά του ζήν, η μνήμη και αι σεξουαλικαί ικανότητες γίνονται φυσιολογικαί. Υστερα από μερικών εβδομάδων χρήσιν η επιδερμίς και ιδίως το πρόσωπον αποκτούν νεανικήν εμφάνισιν" (περιγραφή των ιδιοτήτων του βασιλικού πολτού από το Γάλλο ερευνητή Μ. ντε Μπελβεφέρ, όπως δίνεται στο βιβλίο "Ο βασιλικός πολτός των μελισσών" του κ. Ν.Νικολαΐδη, έκδοση 1954).
Επίσης, λέγεται ότι όταν το 1954 ο πάπας Πίος ο 12ος, ο οποίος πλησίαζε το θάνατο από βαθειά γηρατειά, κατανάλωσε βασιλικό πολτό, ανέκαμψε μυστηριωδώς. Από τότε οι φήμες για τις θεραπευτικές του δράσεις έχουν πάρει τεράστιες διαστάσεις.
Προέλευση
Ο βασιλικός πολτός είναι μία άσπρη κρεμώδης ουσία, ισχυρά όξινος, με ιδιάζουσα οσμή και υπόπικρη γεύση, εξαιρετικά θρεπτική, η οποία εκκρίνεται από τους υποφαρυγγικούς αδένες των νεαρών εργατριών μελισσών. Προορίζεται για τη διατροφή όλων των προνυμφών μέχρι της ηλικίας των 3 ημερών και των ενήλικων βασιλισσών.
Δεν υπάρχει γενετική διαφορά μεταξύ εργατριών και βασιλισσών που αναπτύσσονται στην ίδια κυψέλη. Η μοναδική διαφοροποίηση προέρχεται από το γεγονός ότι οι προνύμφες που προορίζονται για βασίλισσες τρέφονται αποκλειστικά με βασιλικό πολτό όλες τις μέρες, ενώ αυτές που προορίζονται για εργάτριες μετά την τρίτη ημέρα, με μείγμα νέκταρος και γύρης. Σαν αποτέλεσμα οι βασίλισσες αναπτύσσονται μέσα σε 16 ημέρες, έχουν 42% μεγαλύτερο μέγεθος και 60% περισσότερο βάρος, έχουν ένα υψηλά αναπτυγμένο γενετικό σύστημα με ωοθήκες και σπερματοθήκες πλήρως αναπτυγμένες, έχουν μεγαλύτερη διάρκεια ζωής (2-4 χρόνια) και μεγάλη παραγωγικότητα. Υπό την επίδραση του βασιλικού πολτού, η βασίλισσα είναι σε θέση καθημερινά να γεννάει μέχρι και 1200 αυγά την ημέρα, πράγμα που σημαίνει ότι το βάρος των αυγών μίας ημέρας ξεπερνάει κατά το διπλάσιο το δικό της βάρος. Αν θελήσουμε να δώσουμε την ανθρώπινη αναλογία, θα λέγαμε ότι ένα βρέφος μέσα σε 16 ημέρες από την γέννησή του έχει το μέγεθος και το βάρος ενός μεγάλου ελέφαντα. Αντίθετα οι εργάτριες ολοκληρώνουν την ανάπτυξή τους μέσα σε 21 ημέρες, ζουν μικρότερο χρονικό διάστημα (35-40 ημέρες) και δε γεννούν αυγά.
Συνήθως χορηγείται άμεσα στη βασίλισσα ή στην προνύμφη απ' ευθείας καθώς εκκρίνεται. Δεν αποθηκεύεται στην κυψέλη και συνεπώς δεν αποτελεί ένα παραδοσιακό μελισσοκομικό προϊόν. Η μόνη θέση στην οποία η συγκομιδή του είναι εφικτή είναι κατά τη διάρκεια διατροφής της βασίλισσας, στις προνύμφες που προορίζονται να γίνουν βασίλισσες, οι οποίες ταΐζονται με αφθονία βασιλικού πολτού. Η προνύμφη δε μπορεί να καταναλώσει την τροφή τόσο γρήγορα όσο της παρέχεται και ο βασιλικός πολτός συσσωρεύεται στα βασιλικά κελιά (Εικ. 1)
Εικόνα 1. Ανοιχτό και κλειστό βασιλικό κελί. Στη βάση του ανοιχτού κελιού φαίνεται ο βασιλικός πολτός.
Φυσικά χαρακτηριστικά του βασιλικού πολτού
Το χρώμα του βασιλικού πολτού αποτελεί δείκτη της φρεσκότητας και της καταλληλότητάς του. Ο φρέσκος βασιλικός πολτός έχει λαμπερό λευκό χρώμα. Όταν όμως έρθει σε επαφή με τον αέρα ή εκτεθεί στο φως, το χρώμα του μεταβάλλεται σε ανοικτό κίτρινο και σκούρο γκρι. Η μεταβολή αυτή οφείλεται σε ένζυμα τα οποία οξειδώνουν κάποιες ουσίες του βασιλικού πολτού και τον καταστρέφουν.
Η υφή του είναι ζελατινώδη παχύρευστη, αλλά με την πάροδο του χρόνου μεταβάλλεται σε συμπαγή. Το αυξανόμενο ιξώδες φαίνεται να σχετίζεται με μία αύξηση των αδιάλυτων στο νερό αζωτούχων ενώσεων, μαζί με μία μείωση των διαλυτών ελεύθερων αμινοξέων (Takenaka et al., 1986). Αυτές οι αλλαγές προφανώς οφείλονται σε συνεχείς ενζυματικές δραστηριότητες και στις αλληλεπιδράσεις μεταξύ των λιπιδίων και των πρωτεϊνών. Χαρακτηρίζεται από ελαφρύ δριμύ άρωμα και όξινη γεύση που οφείλεται στο πολύ χαμηλό pH (3,5-4,5). Η πυκνότητά του είναι περίπου 1,1gr/cm³ (Lercker et al., 1992) και είναι μερικώς διαλυτός στο νερό.
Σύσταση του βασιλικού πολτού
Από αναλύσεις που έγιναν βρέθηκε ότι ο βασιλικός πολτός περιέχει:
• Υγρασία: 67,22%
• Πρωτεΐνες: 15,47%
• Λιπαρές ουσίες: 3,97%
• Σάκχαρα: 12,49%
• Τέφρα: 0,85%
Το νερό αποτελεί τα 2/3 του φρέσκου βασιλικού πολτού, αλλά σε ξηρό βάρος οι πρωτεϊνες και τα σάκχαρα υπερτερούν κατά πολύ. Από τις αζωτούχες ενώσεις, οι πρωτεϊνες καταλαμβάνουν ποσοστό 73,9. Όλα τα απαραίτητα αμινοξέα για τον άνθρωπο είναι παρόντα σε επαρκείς αναλογίες. Σε σύνολο 29 αμινοξέων που έχουν ταυτοποιηθεί, τα πιο σημαντικά είναι το ασπαρτικό και το γλουταμινικό οξύ (Howe et al., 1985).
Τα σάκχαρα αποτελούνται κυρίως από φρουκτόζη και γλυκόζη σε σχετικά σταθερή αναλογία, όμοια με αυτή του μελιού. Σε πολλές περιπτώσεις η φρουκτόζη και γλυκόζη μαζί αποτελούν το 90% των συνολικών σακχάρων. Η αναλογία λιπιδίων είναι ένα σπουδαίο και πολύ ενδιαφέρον χαρακτηριστικό του βασιλικού πολτού. Τα λιπίδια αποτελούνται κυρίως από λιπαρά οξέα με ασυνήθιστη και σπάνια δομή, μεταξύ των οποίων το κυριότερο είναι το υδροξυτρανσδεκενοϊκό οξύ, το οποίο έχει αντιβακτηριακές και μυκητοκτόνες ιδιότητες.
Οι εκπληκτικές ιδιότητες του βασιλικού πολτού οφείλονται στην αφθονία ύπαρξης βιταμινών, κυρίως του συμπλέγματος Β, καθώς και στα μεταλλικά στοιχεία που περιέχει ( κάλιο, ασβέστιο, νάτριο, ψευδάργυρο, σίδηρο, ψαλκό και μαγγάνιο) με μία ισχυρή επικράτηση του καλίου, σε μικρότερες όμως συγκεντρώσεις από ότι στη γύρη.
• Θειαμίνη (Β1): 3,90 mgr
• Ριβοφλαβίνη (Β2): 26,50 mgr
• Νιασίνη (Β3): 84 mgr
• Παντοθενικό οξύ (Β5): 186 mgr
• Πυριδοξίνη (Β6): 2,40 mgr
• Ινοσιτόλη (Β7): 100 mgr
• Βιοτίνη (Β8): 1,70 mgr
• Φυλλικό οξύ: 0,20 mgr
• Επίσης σε διάφορες αναλογίες οι Β12, Α, D, E, K και C.
Κατά τη διάρκεια των πρώτων μελετών, ιδιαίτερη έμφαση είχε δοθεί στις έρευνες για εντοπισμό σεξουαλικών ορμονών στο βασιλικό πολτό. Σε πρόσφατες μελέτες έχουν βρεθεί ίχνη τεστοστερόνης (Vittek and Slomiany, 1984), τα οποία σε σύγκριση με τα ποσά τεστοστερόνης που παράγει ένας άνδρας ημερησίως είναι αμελητέα. Συνεπώς δεν υπάρχουν βιολογικές επιδράσεις για τόσο μικρές ποσότητες.
Επίσης, περιέχει και μία αναλογία ενεργών ουσιών, όπως η ακετυλοχολίνη που βρίσκεται σε ποσότητα πάνω από 1 mg/g και η οποία έχει αγγειoδιασταλτικές ιδιότητες, χρήσιμες για τη θεραπεία κυκλοφορικών διαταραχών που απαντώνται σε ηλικιωμένα άτομα. Επιπλέον, έχει επίδραση και στο νευρικό σύστημα επιτρέποντας τη μεταφορά νευρικών ταλαντώσεων από μία νευρική ίνα σε άλλη. Τέλος, διεγείρει την έκκριση αδρεναλίνης.
Ο πρώτος που μίλησε για τον βασιλικό πολτό στο βιβλίο του «Biblia Naturae» ήταν ο Ολλανδός επιστήμονας J. Swammerdam (1637-1680), ο οποίος μάλιστα περιέγραψε και τη γεύση του. Στη συνέχεια αναφέρθηκε ο Γάλλος φυσικός Reaumur (1683-1757) σε κείμενά του στο βιβλίο του «Ιστορία των εντόμων», περιγράφοντας και εκείνος τη γεύση αυτής της σπάνιας ουσίας. Το 1788 ο Ελβετός φυσιογνώστης F. Huber (1750-1831) «βάφτισε» με το όνομα «βασιλική ζελατίνη» «την υπόλευκη και πηχτή ουσία με την οποία τρέφονται οι μέλισσες βασίλισσες». Ήταν ο πρώτος που έκανε λόγο για την ονομασία «βασιλικός πολτός».
Έναν αιώνα αργότερα ο Perez ανακάλυψε ότι με αυτή την ουσία τρέφονταν οι προνύμφες μέλισσες τις 3 πρώτες μέρες της ζωής τους, ενώ την κατανάλωναν όσες προορίζονταν να γίνουν βασίλισσες. Το 1912 ο Γερμανός μελετητής J. Langez απέδωσε την προέλευση της ουσίας αυτής στους υποφαρυγγικούς αδένες των μελισσών-τροφών.
"Δεν είναι φάρμακον αλλά κάτι καλλίτερον. Είναι μία ανυπολογίστου αξίας τροφή, η οποία ενδείκνυται δια κάθε κουρασμένον ή προώρως γηρασμένον οργανισμόν. Ευθύς αμέσως από τας πρώτας ημέρας της χρήσεως, φέρει έν αίσθημα ευεξίας προερχόμενον από σημαντικήν τόνωσιν του νευρικού συστήματος. Την αδυναμίαν διαδέχεται μία νεανική έφεσις προς δράσιν, τας μαύρας σκέψεις, η φυσική χαρά του ζήν, η μνήμη και αι σεξουαλικαί ικανότητες γίνονται φυσιολογικαί. Υστερα από μερικών εβδομάδων χρήσιν η επιδερμίς και ιδίως το πρόσωπον αποκτούν νεανικήν εμφάνισιν" (περιγραφή των ιδιοτήτων του βασιλικού πολτού από το Γάλλο ερευνητή Μ. ντε Μπελβεφέρ, όπως δίνεται στο βιβλίο "Ο βασιλικός πολτός των μελισσών" του κ. Ν.Νικολαΐδη, έκδοση 1954).
Επίσης, λέγεται ότι όταν το 1954 ο πάπας Πίος ο 12ος, ο οποίος πλησίαζε το θάνατο από βαθειά γηρατειά, κατανάλωσε βασιλικό πολτό, ανέκαμψε μυστηριωδώς. Από τότε οι φήμες για τις θεραπευτικές του δράσεις έχουν πάρει τεράστιες διαστάσεις.
Προέλευση
Ο βασιλικός πολτός είναι μία άσπρη κρεμώδης ουσία, ισχυρά όξινος, με ιδιάζουσα οσμή και υπόπικρη γεύση, εξαιρετικά θρεπτική, η οποία εκκρίνεται από τους υποφαρυγγικούς αδένες των νεαρών εργατριών μελισσών. Προορίζεται για τη διατροφή όλων των προνυμφών μέχρι της ηλικίας των 3 ημερών και των ενήλικων βασιλισσών.
Δεν υπάρχει γενετική διαφορά μεταξύ εργατριών και βασιλισσών που αναπτύσσονται στην ίδια κυψέλη. Η μοναδική διαφοροποίηση προέρχεται από το γεγονός ότι οι προνύμφες που προορίζονται για βασίλισσες τρέφονται αποκλειστικά με βασιλικό πολτό όλες τις μέρες, ενώ αυτές που προορίζονται για εργάτριες μετά την τρίτη ημέρα, με μείγμα νέκταρος και γύρης. Σαν αποτέλεσμα οι βασίλισσες αναπτύσσονται μέσα σε 16 ημέρες, έχουν 42% μεγαλύτερο μέγεθος και 60% περισσότερο βάρος, έχουν ένα υψηλά αναπτυγμένο γενετικό σύστημα με ωοθήκες και σπερματοθήκες πλήρως αναπτυγμένες, έχουν μεγαλύτερη διάρκεια ζωής (2-4 χρόνια) και μεγάλη παραγωγικότητα. Υπό την επίδραση του βασιλικού πολτού, η βασίλισσα είναι σε θέση καθημερινά να γεννάει μέχρι και 1200 αυγά την ημέρα, πράγμα που σημαίνει ότι το βάρος των αυγών μίας ημέρας ξεπερνάει κατά το διπλάσιο το δικό της βάρος. Αν θελήσουμε να δώσουμε την ανθρώπινη αναλογία, θα λέγαμε ότι ένα βρέφος μέσα σε 16 ημέρες από την γέννησή του έχει το μέγεθος και το βάρος ενός μεγάλου ελέφαντα. Αντίθετα οι εργάτριες ολοκληρώνουν την ανάπτυξή τους μέσα σε 21 ημέρες, ζουν μικρότερο χρονικό διάστημα (35-40 ημέρες) και δε γεννούν αυγά.
Συνήθως χορηγείται άμεσα στη βασίλισσα ή στην προνύμφη απ' ευθείας καθώς εκκρίνεται. Δεν αποθηκεύεται στην κυψέλη και συνεπώς δεν αποτελεί ένα παραδοσιακό μελισσοκομικό προϊόν. Η μόνη θέση στην οποία η συγκομιδή του είναι εφικτή είναι κατά τη διάρκεια διατροφής της βασίλισσας, στις προνύμφες που προορίζονται να γίνουν βασίλισσες, οι οποίες ταΐζονται με αφθονία βασιλικού πολτού. Η προνύμφη δε μπορεί να καταναλώσει την τροφή τόσο γρήγορα όσο της παρέχεται και ο βασιλικός πολτός συσσωρεύεται στα βασιλικά κελιά (Εικ. 1)
Εικόνα 1. Ανοιχτό και κλειστό βασιλικό κελί. Στη βάση του ανοιχτού κελιού φαίνεται ο βασιλικός πολτός.
Φυσικά χαρακτηριστικά του βασιλικού πολτού
Το χρώμα του βασιλικού πολτού αποτελεί δείκτη της φρεσκότητας και της καταλληλότητάς του. Ο φρέσκος βασιλικός πολτός έχει λαμπερό λευκό χρώμα. Όταν όμως έρθει σε επαφή με τον αέρα ή εκτεθεί στο φως, το χρώμα του μεταβάλλεται σε ανοικτό κίτρινο και σκούρο γκρι. Η μεταβολή αυτή οφείλεται σε ένζυμα τα οποία οξειδώνουν κάποιες ουσίες του βασιλικού πολτού και τον καταστρέφουν.
Η υφή του είναι ζελατινώδη παχύρευστη, αλλά με την πάροδο του χρόνου μεταβάλλεται σε συμπαγή. Το αυξανόμενο ιξώδες φαίνεται να σχετίζεται με μία αύξηση των αδιάλυτων στο νερό αζωτούχων ενώσεων, μαζί με μία μείωση των διαλυτών ελεύθερων αμινοξέων (Takenaka et al., 1986). Αυτές οι αλλαγές προφανώς οφείλονται σε συνεχείς ενζυματικές δραστηριότητες και στις αλληλεπιδράσεις μεταξύ των λιπιδίων και των πρωτεϊνών. Χαρακτηρίζεται από ελαφρύ δριμύ άρωμα και όξινη γεύση που οφείλεται στο πολύ χαμηλό pH (3,5-4,5). Η πυκνότητά του είναι περίπου 1,1gr/cm³ (Lercker et al., 1992) και είναι μερικώς διαλυτός στο νερό.
Σύσταση του βασιλικού πολτού
Από αναλύσεις που έγιναν βρέθηκε ότι ο βασιλικός πολτός περιέχει:
• Υγρασία: 67,22%
• Πρωτεΐνες: 15,47%
• Λιπαρές ουσίες: 3,97%
• Σάκχαρα: 12,49%
• Τέφρα: 0,85%
Το νερό αποτελεί τα 2/3 του φρέσκου βασιλικού πολτού, αλλά σε ξηρό βάρος οι πρωτεϊνες και τα σάκχαρα υπερτερούν κατά πολύ. Από τις αζωτούχες ενώσεις, οι πρωτεϊνες καταλαμβάνουν ποσοστό 73,9. Όλα τα απαραίτητα αμινοξέα για τον άνθρωπο είναι παρόντα σε επαρκείς αναλογίες. Σε σύνολο 29 αμινοξέων που έχουν ταυτοποιηθεί, τα πιο σημαντικά είναι το ασπαρτικό και το γλουταμινικό οξύ (Howe et al., 1985).
Τα σάκχαρα αποτελούνται κυρίως από φρουκτόζη και γλυκόζη σε σχετικά σταθερή αναλογία, όμοια με αυτή του μελιού. Σε πολλές περιπτώσεις η φρουκτόζη και γλυκόζη μαζί αποτελούν το 90% των συνολικών σακχάρων. Η αναλογία λιπιδίων είναι ένα σπουδαίο και πολύ ενδιαφέρον χαρακτηριστικό του βασιλικού πολτού. Τα λιπίδια αποτελούνται κυρίως από λιπαρά οξέα με ασυνήθιστη και σπάνια δομή, μεταξύ των οποίων το κυριότερο είναι το υδροξυτρανσδεκενοϊκό οξύ, το οποίο έχει αντιβακτηριακές και μυκητοκτόνες ιδιότητες.
Οι εκπληκτικές ιδιότητες του βασιλικού πολτού οφείλονται στην αφθονία ύπαρξης βιταμινών, κυρίως του συμπλέγματος Β, καθώς και στα μεταλλικά στοιχεία που περιέχει ( κάλιο, ασβέστιο, νάτριο, ψευδάργυρο, σίδηρο, ψαλκό και μαγγάνιο) με μία ισχυρή επικράτηση του καλίου, σε μικρότερες όμως συγκεντρώσεις από ότι στη γύρη.
• Θειαμίνη (Β1): 3,90 mgr
• Ριβοφλαβίνη (Β2): 26,50 mgr
• Νιασίνη (Β3): 84 mgr
• Παντοθενικό οξύ (Β5): 186 mgr
• Πυριδοξίνη (Β6): 2,40 mgr
• Ινοσιτόλη (Β7): 100 mgr
• Βιοτίνη (Β8): 1,70 mgr
• Φυλλικό οξύ: 0,20 mgr
• Επίσης σε διάφορες αναλογίες οι Β12, Α, D, E, K και C.
Κατά τη διάρκεια των πρώτων μελετών, ιδιαίτερη έμφαση είχε δοθεί στις έρευνες για εντοπισμό σεξουαλικών ορμονών στο βασιλικό πολτό. Σε πρόσφατες μελέτες έχουν βρεθεί ίχνη τεστοστερόνης (Vittek and Slomiany, 1984), τα οποία σε σύγκριση με τα ποσά τεστοστερόνης που παράγει ένας άνδρας ημερησίως είναι αμελητέα. Συνεπώς δεν υπάρχουν βιολογικές επιδράσεις για τόσο μικρές ποσότητες.
Επίσης, περιέχει και μία αναλογία ενεργών ουσιών, όπως η ακετυλοχολίνη που βρίσκεται σε ποσότητα πάνω από 1 mg/g και η οποία έχει αγγειoδιασταλτικές ιδιότητες, χρήσιμες για τη θεραπεία κυκλοφορικών διαταραχών που απαντώνται σε ηλικιωμένα άτομα. Επιπλέον, έχει επίδραση και στο νευρικό σύστημα επιτρέποντας τη μεταφορά νευρικών ταλαντώσεων από μία νευρική ίνα σε άλλη. Τέλος, διεγείρει την έκκριση αδρεναλίνης.
Σχόλια