Diet Coaching: Το παλιό μου παλτό




Πονάει η αλλαγή. Πονάει σωματικά, πονάει ψυχικά... Πονάει γενικώς. Ακόμα και όταν είμαστε πολύ καλά προετοιμασμένοι για αυτήν, το έχουμε συζητήσει πολλές φορές με φίλους, με γονείς, με τον σύντροφο, με τον ίδιο μας τον εαυτό. Όμως, η αλλαγή είναι κάτι πολύ προσωπικό. Είναι μια υπογραφή, ένα αποτύπωμα της προσωπικότητάς μας, της άσβεστης επιθυμίας μας για κάτι άλλο, για κάτι καλύτερο, για κάτι ανώτερο. Αυτό δεν είναι το νόημα της αλλαγής; Ο ιερός σκοπός μας να εξελιχθούμε; Έτσι τουλάχιστον το αντιλαμβάνεται η Υναίς.

Κι όμως, πονάει. Φυσικά και πονάει η αλλαγή. Η κατάσταση που θέλουμε να αλλάξει είναι τόσο οικεία... Θα λέγαμε ότι είναι ευθεία συνάρτητη με την αρχική επιθυμία να δημιουργήσουμε την κατάσταση και το χρόνο που έχει περάσει. Και σίγουρα, στην αρχή, είναι αντιστρόφως ανάλογη της επιθυμίας μας για αλλαγή. Δεν τη θέλουμε την αλλαγή. Όμως, τη θέλουμε την αλλαγή, ξέρουμε ότι θα μας πάει κάπου καλύτερα. Το ξέρουμε; Ναι, φυσικά και το ξέρουμε. Με το μυαλό μας, με τη λογική μας, το ξέρουμε. Το συναίσθημα είναι που αντιστέκεται. Για την ακρίβεια, το πράγμα είναι πιο μπερδεμένο.

Ο Λογκ την καθησυχάζει, θα κάτσουν να δουν όλα τα δεδομένα το βράδυ που θα γυρίσει στο σπίτι. “Ολα θα πάνε καλά, μωρό μου, θα δεις”, της λέει τρυφερά στο τηλέφωνο.

Και η Υναίς θέλει την αλλαγή της κατάστασης, όμως φοβάται, γιατί δεν ξέρει ποια θα είναι η νέα κατάσταση. Αυτό είναι το πρόβλημα. Και όσο και να το επιβεβαιώνει ο Λογκ, δείχνοντας δυνατός, ότι “Θα είμαστε καλύτερα, θα δεις”, η Υναίς φοβάται, δεν έχει όλα τα δεδομένα. Είναι κάτι νέο, κάτι καινούριο, κάτι που δεν έχει καταγραφεί ακόμα στα συναισθηματικά κύτταρα της μνήμης της, οπότε δεν έχει με κάτι να το συγκρίνει για να αποφασίσει. Γιατί να είναι πάντα εκείνη που πρέπει να πάρει την ευθύνη της απόφασης; Γιατί να είναι πάντα εκείνη που πρέπει να κάνει το άλμα της πίστης; Τσακώνονται συνέχεια με τον Λογκ γι’ αυτό το θέμα.

Άρχισε να μαγειρεύει, για να της φύγει όλη αυτή η αγωνία, το άγχος, η στενοχώρια... Ούτε και ήξερε τι ένιωθε από όλα, ήταν τόσο μπερδεμένη. Από τις ελάχιστες φορές που δεν μπορούσε να δώσει ξεκάθαρο όνομα στα συναισθήματα που ένιωθε. Σκεφτόταν όμως τη φωνή και τη σταθερότητα του Λογκ, την άκουγε προσεκτικά μέσα στο κεφάλι της, να λέει “Θα είμαστε καλύτερα, θα δεις”. Θα τα συζητούσαν όταν ερχόταν το βράδυ, είχε ακόμα να κάνει δουλειές, θα απασχολούσε το μυαλό της.

Κοίταξε το ρολόι της, ήταν 6, σε λίγο θα ερχόταν ο Λογκ. Ευτυχώς, είχε προλάβει να κάνει όλες τις δουλειές που ήθελε, οπότε μπορούσαν να συζητήσουν ήρεμα, όσο γινόταν. Το είχε υποσχεθεί στον εαυτό της ότι θα ήταν ήρεμη, για χάρη της συζήτησης.

Επιτέλους, ήρθε εκείνος, την χαιρετά με ένα τρυφερό φιλί και την αγκαλιάζει σφιχτά. Τη λατρεύει αυτή τη γυναίκα! Τώρα που την αγκαλιάζει, μυρίζει το άρωμά της που είναι μοναδικό σε συνδυασμό με την μυρωδιά του σώματός της, θα την αναγνώριζε παντού- του έχει εντυπωθεί.

“Γεια σου, αγάπη”, της λέει. “Μμμμ, μοσχοβολάει το σπίτι! Πάω να κάνω ένα μπανάκι και έρχομαι να φάμε”, συνεχίζει με χαμόγελο. Είναι ταραγμένη, το αντιλαμβάνεται, την ξέρει τη γυναίκα του. Θα τα συζητήσουν, όμως, και θα καταλάβει πια ότι είναι η σωστή κίνηση.

“Εντάξει, στρώνω το τραπέζι”, του απαντάει άτονα.

Το ένιωσε σαν αιωνιότητα μέχρι να έρθει επιτέλους ο Λογκ στο τραπέζι. Ήθελε να του ουρλιάξει ότι δεν την καταλαβαίνει κι εκείνος είναι αναίσθητος, όμως το κατάπιε. Ξέρει ότι την καταλαβαίνει, ξέρει ότι ένας από τους δυο πρέπει να είναι ψύχραιμος σε τέτοιες περιπτώσεις.

“Το φαγητό είναι υπέροχο, όπως πάντα”, μουρμουρίζει ικανοποιημένος. Την κοιτάζει, πίνει μια γουλιά από την μπύρα του και ετοιμάζεται για τη συζήτηση. Τη βλέπει ότι κρατιέται να μην του βουτήξει το κεφάλι μέσα στο πιάτο. Αχ, έτοιμος ήταν να του ξεφύγει γέλιο με αυτή τη σκέψη και άντε μετά να το μαζέψει.

“Θέλεις να το συζητήσουμε τώρα;”, τη ρωτάει ήρεμα.

“Ναι. Όχι. Δεν ξέρω. Έχω κουραστεί, το συζητάω με τον εαυτό μου όλη μέρα”, του λέει. Ξαφνικά, αισθάνθηκε τόσο εξαντλημένη από τα τόσα συναισθήματα, από τις εναλλαγές.

Ο Λογκ κοιτάζει τη γυναίκα του, του φαίνεται κουρασμένη, σαν να μεγάλωσε ξαφνικά 10 χρόνια. Οι ώμοι της έχουν κυρτώσει προς τα μέσα, σαν να κουβαλάει ένα τεράστιο φορτίο.
“Εντάξει, έλα να το συζητήσουμε, γιατί βλέπω ότι σε βαραίνει”.

“Φυσικά και με βαραίνει!”, του απαντά αγριεμένη. “Αφού, στο τέλος, και όπως πάντα, εγώ θα πρέπει να πάρω την απόφαση για να κάνουμε αυτό το βήμα, όχι εσύ! Εγώ!”

“Ναι, μωρό μου, το ξέρω”, της απαντά ήρεμα, “και το ξέρεις κι εσύ για ποιους λόγους γίνεται αυτό. Νόμιζα ότι το είχες αποδεχτεί ως τώρα. Πάντα εσύ θα παίρνεις την τελική απόφαση, αγάπη”, της λέει, ψάχνοντας το χέρι της για να το αγκαλιάσει. “Και αυτό δείχνει πόσο σε αγαπάω, πόσο σε σέβομαι και πόσο με ενδιαφέρει να κάνουμε- πρωτίστως- το καλύτερο για σένα”.

Ναι, το ήξερε, όμως αυτό τη διέλυε κάθε φορά. Κάθε φορά, όμως. Και όποτε του το έλεγε, εκείνος της υπενθύμιζε ότι από τέτοιες στιγμές γινόταν πιο ώριμη, πιο έμπειρη, πιο δυνατή. Κι εκείνη τον ειρωνευόταν: “Σαν κι εσένα;”, του έλεγε.

“Ξέρω τι σκέφτεσαι”, της λέει διακόπτωντας τις σκέψεις της. “Όχι, εγώ ποτέ δεν θα μπορέσω να γίνω τόσο δυνατός όσο εσύ. Έτσι κι αλλιώς, από εσένα αντλώ τη δύναμή μου, οπότε δεν θα μπορούσα ποτέ να σε ξεπεράσω. Και δεν το θέλω. Στο έχω ξαναπεί.”

“Θέλω να πάρεις εσύ την απόφαση, για μια φορά”, τον ικετεύει η Υναίς.

“Ξεχνάς, καρδούλα μου, ξεχνάς. Όταν έπαιρνα εγώ τις αποφάσεις, εσύ τελικά δεν ήσουν καλά. Θυμάσαι; Μου έλεγες ότι δεν αισθάνεσαι στο κέντρο σου και ότι τίποτα δεν είναι όπως θα έπρεπε να είναι για σένα, ήσουν δυστυχισμένη”, της θύμισε τρυφερά, με σταθερό τόνο. “Και τότε, σου υποσχέθηκα ότι δεν θα ξαναπάρω ποτέ εγώ πια την τελική απόφαση για μια αλλαγή στη ζωή μας, θα την παίρνεις πάντα εσύ”.

“Ναι, αλλά δεν είχα συμφωνήσει”, κλαψουρίζει η Υναίς. Παραιτείται όμως, ο Λογκ έχει δίκιο, το ξέρει. Δεν έχει νόημα να χάνουν χρόνο. “Και τώρα; Τι κάνουμε τώρα;”, ρωτάει γεμάτη αγωνία.

“Τώρα... Δεν ξέρω τι γίνεται τώρα. Ας το πάρουμε λογικά”, απαντά ο Λογ, ορθολογιστής και πραγματιστής, όπως πάντα. “Για να γίνει μια αλλαγή, θα πρέπει να προετοιμαστούμε. Πώς θα προετοιμαστούμε; Έλα να ξαναδούμε λίγο τα δεδομένα που έχουμε”, της λέει τρυφερά.

“Τα έχω δει τα δεδομένα, μου τα ξαναείπες. Απλά δεν το αισθάνομαι καλά”.

“Τι σημαίνει αυτό; Πώς το αισθάνεσαι δηλαδή;”, ρωτάει με ενδιαφέρον ο Λογκ. “Αν μπορέσεις να γίνεις πιο συγκεκριμένη, θα μπορέσω να σε βοηθήσω”.

Της την έδινε αυτή η ηρεμία του. Λες και ήταν μωρό παιδί. Όμως, πώς αισθάνεται αλήθεια; Προσπαθούσε και μόνη της τόσες μέρες να το απαντήσει αυτό.

“Φοβάμαι γιατί δεν ξέρω τί θα γίνει μετά από εδώ. Τρέμω στην ιδέα ότι μπορεί να μην πάρω τη σωστή απόφαση”, του λέει.

“Η απόφαση έχει ήδη παρθεί”, της υπενθυμίζει, πίνοντας άλλη μια γουλιά από την μπύρα του. “Το θέμα δεν είναι να πάρεις αυτή την απόφαση, το θέμα είναι να θέσεις τις προϋποθέσεις και την κατεύθυνση που θα κινηθούμε. Μην μπερδεύεσαι και ζαλίζεσαι μέσα σου”.

Σηκώνεται να ανακατέψει τα ξύλα στο τζάκι. Τον παρατηρούσε, ήταν στιβαρός άντρας. Τον αγαπούσε πολύ, παρόλο που είχαν περάσει πόσα χρόνια. Της φαινόταν απίστευτο που γνωρίζονταν από μωρά. Έχουν περάσει πάνω από 30 χρόνια από τότε που γνωρίστηκαν. Με πολλούς τσακωμούς στην εφηβεία τους και στα πρώτα χρόνια της ενηλικίωσής τους. Ήταν όμως τόσο ερωτευμένοι! Τα τελευταία 3-4 χρόνια έχουν ηρεμήσει, λες και ζουν ξανά μήνα του μέλιτος.

“Φοβάμαι γενικώς, δεν ξέρω”, του λέει.

Της χαμογελάει, επιστρέφει στο τραπέζι, τη σηκώνει στην αγκαλιά του. “Εδώ είμαι. Εδώ θα είμαι πάντα, το ξέρεις”.

“Κι αν κάνω λάθος; Αν πάρω λανθασμένη απόφαση; Αν δεν βάλω τις σωστές προτεραιότητες, αν δεν βρω τη σωστή κατεύθυνση; Τι θα κάνουμε τότε;”, τον ρωτάει με αγωνία.

Την νιώθει να τρέμει, είναι σαν ένα μικρό κοριτσάκι τώρα, τόσο ευάλωτη, τόσο τρυφερή. Την κοιτάζει με θαυμασμό. Την έχει δει δυνατή, πολλές φορές, ειδικά τα τελευταία χρόνια. Πώς μπορεί μια γυναίκα να κρύβει τόση δύναμη μέσα της; Και, το κυριότερο, πώς γίνεται να το ξεχνά τόσο εύκολα;
“Αν κάνεις λάθος, θα το κάνουμε σωστό μαζί. Αν πάρεις λανθασμένη απόφαση, θα τη διορθώσουμε μαζί. Αν δεν βάλεις τις σωστές προτεραιότητες, θα τις θέσουμε μαζί. Αν δεν βρεις τη σωστή κατεύθυνση, θα βάλουμε την πυξίδα μου”, της λέει και τη φιλάει στο στόμα.

Της δίνει κουράγιο η στάση του.

“Και γιατί να μην χρησιμοποιήσουμε από τώρα την πυξίδα σου;”, τον ρωτάει ξεψυχισμένα, αν και ξέρει την απάντηση.

Της χαμογελάει και της κλείνει το μάτι. “Γιατί η διαίσθησή σου είναι καλύτερη από οποιαδήποτε πυξίδα, μωρό μου”.


Τους διακόπτει το κουδούνι στην πόρτα. Μα ποιος είναι τέτοια ώρα;
***************************************************************************************
Χτυπάει το ξυπνητήρι γαμώτο. Τι ώρα είναι; Πήγε κιόλας 7; Λίγο ακόμα... Άλλα 10 λεπτάκια. Προλαβαίνει. Προλαβαίνει; Δεν ξέρει αν προλαβαίνει. Ξαναχτυπάει. Εντάξει, εντάξει!! «Σε άκουσα, ρημαδιασμένο!», μουρμουρίζει. Πω πω, κοιμήθηκε στον καναπέ και έχει ξυπνήσει πιασμένη, όμως, παραδόξως, έχει ένα απίστευτο συναίσθημα δύναμης και ανανέωσης. Αυτό το όνειρο που είδε ήταν λυτρωτικό… Κάπου είχε διαβάσει ή κάποιος της είχε πει ότι τα όνειρα δεν στερούνται πραγματικότητας, είναι πραγματικά μοτίβα πληροφορίας. ΟΥ- Α- ΟΥ!!

Και αυτό το ζευγάρι, όποτε τα έβρισκαν μεταξύ τους, ήταν πραγματική ευλογία να τους έχει. Το αποφάσισε, σήμερα θα αποφάσιζε με τι είδους φυσική δραστηριότητα θα ήθελε να ασχοληθεί για να μην βαριέται (ή ντρέπεται, δεν το θέλει αυτό) και θα έψαχνε έναν σύμμαχο στην προσπάθειά της για να χάσει βάρος. Αυτή η σκέψη τη γέμισε δύναμη, χαρά και αυτοπεποίθηση.

Βάζει το παλτό της για να πάει στη δουλειά. Χμ, το πρώτο πράγμα που θα κάνει είναι να αγοράσει ένα καινούριο, να το συνδέσει με το νέο της εαυτό! Άνοιξε την πόρτα, ρούφηξε μια γερή δόση οξυγόνου και ξεκίνησε την ημέρα της.



Σημείωση Βάσιας: Α! Ναι, εδώ πρέπει να σας πω ότι έχω βαφτίσει αυτά τα δυο κομμάτια μου, τη λογική- μυαλό και το συναίσθημα- καρδιά, όταν ήμουν μικρή. Ναι ναι, το έχω κάνει. Πρέπει να ήμουν πρώτη γυμνασίου, όταν αλλάξαμε σχολείο για πρώτη φορά. Μου φαινόταν ότι είναι πιο λογικό να τους δώσω μια ανθρώπινη υπόσταση, για να μπορώ να συζητάω μαζί τους. Πώς θα μπορούσα να εξηγήσω τότε ότι κάνω συζήτηση με τον εαυτό μου; Σκέφτηκα, λοιπόν, ότι ήταν ζευγάρι. Οπότε, να σου συστήσω τον Λογκ και την Υναίς. Εντάξει, δεν είχα ξανακούσει τέτοια ονόματα, ούτε και τώρα, όμως μου έκαναν τότε και τελικά τα κράτησα.




Σχόλια

Οι Αγαπημένες σας Αναρτήσεις

Οι Αγαπημένες σας Αναρτήσεις!